31/12/14

Τιμ Μπέρτον





Vincent (1982)


Η πιο διάσημη μικρού μήκους ταινία του Burton είναι ταυτόχρονα και μια σκοτεινή ελεγεία επάνω στην ονειροπόληση της ψυχής. Ένα μαυρόασπρο animation γοτθικής τέχνης που μέσα σε μόλις έξι λεπτά καταφέρνει και σκιαγραφεί όλες τις αγάπες του νεαρού τότε σκηνοθέτη, καμουφλαρισμένες με την μοναχική επιθυμία ενός μικρού αγοριού. Η μακάβρια ποίηση του Poe, το σκοτάδι ενός σχεδόν παράφρονα νου και ο τρόμος μιας περιρρέουσας νεκρικής εμμονής συνθέτουν το πορτραίτο του μικρού Vincent, ο οποίος ονειρεύεται παθιασμένα να έρθει κοντά στην μεγαλοπρέπεια της μορφής του αγαπημένου του Vincent Price. Το αποτέλεσμα είναι μια από τις ομορφότερες ιστορίες του «μικρού» σινεμά την οποία αφηγείται μια τιτάνια φωνή, που αν την ακούσεις μέσα στη σιωπή της νύχτας, δεν θα την ξεχάσεις ποτέ ξανά…
Χρήστος Ζαφειριάδης


Beetlejuice (Σκαθαροζούμης, 1988)


Ο κόσμος φαίνεται να αγαπάει τον ‘Σκαθαροζούμη’ ακόμα κι αν δεν τον καταλαβαίνει πλήρως. Μια ταινία ατμόσφαιρας και όχι χαρακτήρων, η οποία διαχειρίζεται το σκοτάδι σε μια προσπάθεια αναζήτησης της γαλήνης στην επιθανάτια ζωή. Ξεκινάει από τον θάνατο ενός συμπαθητικού νεαρού ζευγαριού και τον πνευματικό εγκλωβισμό τους σε ένα σπίτι-φυλακή, για να καταλήξει σε μια υπερφυσική συνεύρεση φαντασμάτων, δαιμονίων και αλλόκοτων θνητών. Ο Burton αποδεικνύει φυσικά ότι ξέρει να διευθύνει τις λεπτομέρειες της σουρεαλιστικής αυτής ιστορίας, ξέρει πώς να χρησιμοποιήσει το μαύρο του θανάτου προς όφελος της ευαρέσκειας του θεατή, κατασκευάζοντας μια από τις πιο αναγνωρίσιμες κωμωδίες τρόμου στην ιστορία του πρόσφατου σινεμά. Μια κωμωδία γοτθικών χαρακτηριστικών και ανέμελων βιο-εξορκισμών που ξορκίζει τη σοβαροφάνεια και δεν χρειάζεται να την αναλύσεις έως τα αποσυντεθειμένα χαρακτηριστικά της για να την απολαύσεις. Μπορείς απλά να διαβάσεις το εγχειρίδιο για τους πρόσφατα αποθανόντες και να βυθιστείς σε ένα κόσμο όπου ο ίδιος ο Σκαθαροζούμης θα σου κρατήσει συντροφιά, διασκεδάζοντας με υπερβάλλοντα ζήλο τις πιο περίεργες στιγμές σου.
Χρήστος Ζαφειριάδης


Batman (1989)


Είναι το παιδί που είδε τους γονείς του να δολοφονούνται. Είναι το αγόρι που έγινε άντρας και ζητάει εκδίκηση. Είναι μια αρχετυπική ιστορία για να ταυτιστείς. Είναι ο πολυεκατομμυριούχος Bruce Wayne που οδηγεί Plymouth Volare, βγάζει γυναίκα για δείπνο και, συνεσταλμένος γαρ, κομπιάζει μπροστά της, χωρίς ίχνος μάτσο αυτοπεποίθησης.
Είναι άμεσος αντίκτυπος του batmobile και της μονοκόμματης "γυμνής" στολής "κεφάλι-λαιμός-στέρνο" με το κίτρινο έμβλημα στο στήθος και τα μυτερά αυτιά.
Είναι o villain, όμως, που κάνει τον ήρωα περισσότερο ήρωα. Ο Joker με τα μανιώδη ξεσπάσματα και την παράλογη συμπεριφορά, αλλά και με την θλίψη πίσω από το χαμόγελο, καθώς και την κωμική του πλευρά, παρούσα σε ολόκληρο το φιλμ.
Πριν και πίσω από όλα, είναι η Gotham City: υγρή, σκοτεινή, κατακόρυφα κτισμένη, διεφθαρμένη, εγκληματική, υπόβαθρο και προέκταση των ηρώων και της ιστορίας. Ελάχιστες κινηματογραφικές πόλεις (του Metropolis, του Blade Runnerμπορούν να συγκριθούν μαζί της σε χαρακτήρα και ατμόσφαιρα.
Είναι ο Batman ο βγαλμένος από τον κόσμο των comics, χωρίς την ανάγκη να γίνει ξενέρωτα ρεαλιστικός. Είναι πρόδηλα ο Batman ενός παραμυθά, όπως ο Tim Burton.
Γιώργος Παυλίδης


Ο Ψαλιδοχέρης  (Edward Scissorhands, 1990)


Η ομορφιά του Ψαλιδοχέρη δεν κρύβεται στην διαφορετικότητα της όψης του αλλά στην απλότητα των συναισθημάτων του. Γεννημένος από την μοναξιά ενός εφευρέτη που δεν μπόρεσε ποτέ να τον ολοκληρώσει, παραμένει ημιτελής και μόνος στον πανύψηλο και γκρίζο πύργο του, καταδικασμένος να μη φαίνεται, να μην υπάρχει και να μη σκέφτεται ότι μπορεί να μοιραστεί την ζωή με τους άλλους ανθρώπους. Κάτω από τα ψαλιδωτά του χέρια και τα θλιμμένα του μάτια κρύβεται ένας άνθρωπος που δεν είχε την τύχη να ζήσει όπως οι υπόλοιποι, γι’ αυτό και δεν μοιάζει με κανέναν από εμάς. Γι’ αυτό και φοβάται να έρθει κοντά σε εκείνους που τον κοιτάνε με περιέργεια στα μάτια, προσπαθώντας να τον κάνουν να τους μοιάσει και προτιμά να ατενίζει ελεύθερα τον πολιτισμό που βρίσκεται ακριβώς δίπλα στο παράθυρό του. Ο Tim Burton κοίταξε στην ψυχή του Ψαλιδοχέρη και ένιωσε την ομορφιά του. Του αφιέρωσε μια ταινία και του χάρισε έτσι την αιωνιότητα, χαρίζοντας παράλληλα σε εμάς την πιο γλυκόπικρη στιγμή του.
Χρήστος Ζαφειριάδης


Batman Returns (1992)


Όταν έβγαλε το Batman Begins ο Nolan, θυμάμαι πόσο με απογοήτευσε η σοβαροφάνειά του σε σύγκριση με την ομορφιά και την ιδιαιτερότητα αυτού του φιλμ, που βρίσκεται στον αντίποδα τέτοιων προσπαθειών.
Ο Tim Burton, ένας αυθεντικός καλλιτέχνης του σινεμά (ειδικά εκείνη την εποχή), τα "υπερηρωικά" μόνο σαν πρόσχημα τα είδε προκειμένου να μιλήσει για άλλα πράγματα, λυπημένα, ζόρικα, ψυχοπλακωτικά. Καλούς και κακούς δεν βρήκε πουθενά στο σύμπαν του Σκοτεινού Ιππότη, μόνο πλάσματα μοναχικά, κουλουριασμένα στη γωνιά της παράνοιάς τους, τρομακτικά και τρομαγμένα. Εδώ δεν υπάρχει αληθοφάνεια. Υπάρχει μόνο το Παραμύθι κι ο Εφιάλτης, η υπερβολή, το κωμικό και το γκροτέσκο, μα πάνω απ' όλα η μελαγχολία κι ο λυρισμός που δεν βρίσκεις συχνά σε ταινίες με μασκοφόρους εκδικητές.
Λέμε συχνά πως ο "Σκοτεινός Ιππότης" είναι η καλύτερη μεταφορά comic στην κινηματογραφική ιστορία αλλά παραλείπουμε να τονίσουμε ότι ο Burton είναι, ίσως, ο μόνος σκηνοθέτης που έκανε ποίηση με την -εκ πρώτης όψεως ταπεινή- πρώτη ύλη μιας superhero movie.
Γιάννης Σμοΐλης


Ed Wood (1994)


Στο σκοτάδι του απολύτου είτε διαθέτεις την μεγαλοφυΐα της δημιουργίας ή, όντας ελεύθερος κάθε ταλέντου, αποκλειστικά το μεράκι της, είναι το ίδιο. Οι δαίμονες, το πάθος, η νοσηρότητα, η ατρόμητη διάθεση εκεί που ο απαθής δειλιάζει, η πανομοιότυπη αδυναμία να πεισθούν οι χρηματοδότες να μοιραστούν ένα κάποιο όραμα.
Ο 35χρονος τότε Μπέρτον, σε κολοφώνα επιτυχίας, έμοιαζε άσχετη επιλογή βιογράφησης του «χειρότερου σκηνοθέτη όλων των εποχών» και προέκυψε ο πιο κατάλληλος να κουβεντιάσει έναν εξίσου αλλόκοτο μα «αποτυχημένο» ομότεχνο. Που, σαν αυτόν, θα κατανάλωνε τη ζωή του να συστήνει μια συντροφιά γύρω του, έναν ετερόκλητο θίασο με τον οποίον θα παρουσίαζε το ολότελα αποτυχημένο (εισπρακτικά και καλλιτεχνικά) Έργο του.
Μόνο που επειδή αποτυχημένο θα ήταν άξιο υπέρτατου θαυμασμού. Κι από την ένταση της σχέσης αυτής θα προέκυπτε το «Ed Wood», η πιο σινεφιλική, η πιο γοητευτική και, αναγκαστικά, η πιο μελαγχολική ταινία του.
Ηλίας Δημόπουλος


Sleepy Hollow (Ο Μύθος του Ακέφαλου Καβαλάρη, 1999)


Σε αυτό το καλλιτεχνικό slasher τρόμου που λοξοκοιτάζει προς τη σοδειά της Hammer Films στα 50's, και στο οποίο εισχωρεί με άνεση η μαύρη κωμωδία -γιατί όχι και ολίγη γλυκύτητα-, ο Μπέρτον φέρνει αντιμέτωπο τον επιστημίζοντα ορθολογισμό του κεντρικού χαρακτήρα, του επιθεωρητή Κρέιν, με την μεσαιωνικής προέλευσης κυριαρχία της σκοτεινής μαγείας σε σύσσωμη την τοπική κοινωνία. Γι’ αυτό ίσως κινδυνεύει να μείνει εξατομικευμένα και συλλογικά ακέφαλη η τελευταία, αφού αρνείται να σκεφθεί με όρους Διαφωτισμού, εμμένοντας στο Σκοταδισμό.
Ο Μπέρτον, βέβαια, ξέρει καλά πως παραπάνω από ορθολογισμούς και μαγείες, ο κοινός άνθρωπος ακολουθεί πρωτίστως το κάλεσμα του προσωπικού του συμφέροντος, κι έτσι αποδεικνύεται πως ο όλος σαματάς γίνεται για λίγα εκτάρια παραπάνω που πόθησε (προφανώς!) μια γυναίκα.
Σατανικά ιδιοφυές.
Ιωάννης 'Moody' Λαζάρου 


Big Fish: Απίθανες Ιστορίες (2003)


Οι ιστορίες είναι σαν τον άνεμο. Έρχονται από μακριά κι όμως τις αφουγκραζόμαστε, σαν πολύτιμα δοχεία του πνεύματος. Δίνουν νόημα στη ζωή, επιτρέπουν την ανακατασκευή του παρελθόντος, την επίκληση αυτού που έχει γίνει απόμακρο και το άνοιγμα προς τα μεγάλα μυστήρια. Αποτελούν και γιατρικό, σε καιρούς απελπισίας. Ο Μπέρτον, ανάμεσα στους καλύτερους παραμυθάδες του σύγχρονου κινηματογράφου, τρέφει ιδιαίτερη αδυναμία στις ιστορίες που συνδυάζουν το κεφάτο με το μακάβριο και απηχούν σε εκείνο το παιδί που όλοι κρύβουμε μέσα μας και που απολαμβάνει να εξερευνά τα όνειρα, τις φαντασιώσεις και τις  larger-than-life περιπέτειες.
Το Big Fish είναι ένας τέτοιος «αδέσποτος» θησαυρός, γεμάτος χαριτωμένες υπερβολές κι απίστευτα γεγονότα, στο βάθος του οποίου παραμονεύει η δραματική προσπάθεια συμφιλίωσης ενός γιου (που ετοιμάζεται να γίνει κι αυτός πατέρας) με έναν απόμακρο και δύσκολο γονιό.  Έναν γονιό, που από νωρίς αποφάσισε να κάνει χώρο για τον εαυτό του, δραπετεύοντας σαν χρυσόψαρο απ’ τη γυάλα. Ως στοχαστής όμως, γνωρίζεις καλά πως μια ιστορία δε χρειάζεται να είναι πραγματική για να είναι αληθινή, αρκεί να αφεθείς να την απολαύσεις με όλες σου τις αισθήσεις.
Παναγιώτης Μπούγιας


Corpse Bride (Η Νεκρή Νύφη, 2005)


Στην πρώτη, σκηνοθετικά, μεγάλου μήκους του με κινούμενες κούκλες (σε συνεργασία με τον Μάικ Τζόνσον), ο Μπέρτον υπογράφει μια μακάβρια ιστορία, χρονικά τοποθετημένη στη Βικτοριανή εποχή, τοπικά σε μια ανατρεπτική(;) πόλη όπου ο πάνω Κόσμος είναι βαλτωμένος σε μια καταθλιπτική παγωμάρα ενώ στο σπιτικό του Πλούτωνα τα πάντα σφύζουν από ζωή.
Όσο γλυκόπικρα μελαγχολικό τόσο και περιπαικτικά γκροτέσκο, αυτό το ιδιοσυγκρασιακό γοτθικό μιούζικαλ με την ασυναγώνιστη σχεδιαστική κομψότητα του (εκεί είναι που υπερέχει και του «Χριστουγεννιάτικου Εφιάλτη»), έναν ικανό αριθμό εύγλωττων τραγουδιών από τον σπεσιαλίστα του είδους, Ντάνι Έλφμαν, ένα σωρό ανεξίτηλες καρικατούρες και (όπως πάντα) πλήθος σινε-αναφορών (από το «Skeleton Dance» της Ντίσνεϊ μέχρι τον Πίτερ Λόρε του «Μ») καταφέρνει να προκαλέσει τη γνήσια συγκίνηση -αν και animated- και να σε ανακουφίσει, έστω για λίγο, από τον φόβο του θανάτου, διασκεδάζοντάς τον εδώ κι εκεί.
Ιωάννης 'Moody' Λαζάρου

  
Sweeney Todd: Ο Φονικός Κουρέας της οδού Φλιτ (2007)


Ο μύθος του Sweeney Todd περιστρέφεται γύρω από το φιλοσοφικό πρόβλημα της εκδίκησης και των επιπτώσεων που αυτή επιστρέφει στον φορέα της. Επιλέγοντας τη φόρμα ενός musical, η πιο πρόσφατη από τις κινηματογραφικές διασκευές του, δια χειρός Tim Burton, θα ξεδιπλώσει - ίσως για πρώτη φορά με τόση ειλικρίνεια - την άκρως πεσιμιστική ματιά του δημιουργού προς τον κόσμο μας που παρουσιάζεται εδώ, επίκαιρα όσο ποτέ, πλήρως αμοραλιστικός. Το φως έχει αντικατασταθεί από ένα αποχρωματισμένο περιβάλλον ηθικής και αισθητικής δυσωδίας. Η αρχαία τραγωδία φοράει το ένδυμα μιας αιματοβαμμένης όπερας και δύο καταραμένοι ήρωες καταδικάζονται σε ένα γκραν γκινιόλ βίας και θανάτου, μόνο και μόνο επειδή τόλμησαν να αγαπήσουν. Χτίζοντας την ένταση μέσα από τραγούδια ενός απεγνωσμένα μελοδραματικού χαρακτήρα, ο Αμερικάνος σκηνοθέτης μεγαλουργεί στο κλασικό του έδαφος της γοτθικής θλίψης και του μαύρου χιούμορ. Πιο σκοτεινός και πιο βίαιος από ποτέ, καθοδηγεί το εξαιρετικό πρωταγωνιστικό δίδυμο των Depp - Carter σε μια μελαγχολική πορεία ως το σοκαριστικό φινάλε που όμοιό του δε θα συναντήσετε στην, ούτως ή άλλως, ιδιόρρυθμη κι απρόβλεπτη φιλμογραφία του.
Αχιλλέας Παπακωνσταντής


Alice in Wonderland (Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων, 2010)


Θα ήταν ανώφελο να προσπαθεί κάποιος να συγκρίνει την Αλίκη του Burton με οποιαδήποτε άλλη εκδοχή του πολύχρωμου αυτού παραμυθιού. Όχι γιατί ο Burton είναι τόσο μοναδικά σπουδαίος, αλλά γιατί οι ταινίες του ξεχωρίζουν από χιλιόμετρα μακριά, διαθέτοντας την ασύγκριτη μοναδικότητα, τόσο ενός ονειροπόλου δημιουργού, όσο και ενός φαντασιόπληκτου παιδιού που αρνείται πεισματικά να μεγαλώσει.
Με λιγότερα τραπουλόχαρτα απ’ ότι κάποιος θα περίμενε αλλά περισσότερη φαντασία στην αναπαράσταση, με ελάχιστη παραμυθιακή διάθεση αλλά περισσότερη κινηματογραφική τεχνολογία, ο σκηνοθέτης δεν θα φτιάξει μια ταινία για να επαληθεύσει τις υποψιασμένες σκέψεις ενός ενήλικα επάνω σε αυτή την σουρεαλιστική ιστορία, αλλά ένα μαγικό ταξίδι για παιδιά, ένα freak show μαγεμένων χαρακτήρων, κρυμμένων μέσα σε μια χαοτική κουνελότρυπα. Φυσικά ως θεατής, δεν χρειάζεται να συρρικνώσεις την αντίληψή σου για να βρεθείς στο κόσμο των θαυμάτων. Αρκεί μόνο να γυρίσεις τον χρόνο πίσω και να προσπαθήσεις να σκεφτείς όπως τότε που ήσουν παιδί και ο κόσμος φαινόταν να μην έχει τέλος, αφού ο απέραντος κόσμος της ψευδαίσθησης όπως τον φαντάστηκε ο Lewis Carroll, για κάποιους μπορεί να είναι ο κόσμος της αλήθειας. Ακόμα και σήμερα.
Χρήστος Ζαφειριάδης


Dark Shadows (2012)


Ίσως σε πολλούς το Dark Shadows να φαίνεται μια απ’ τα ίδια – και μόνον οι λάτρεις, αυτονόητα αφού είναι λάτρεις, να το διασκέδασαν. Στην ουσία βέβαια από τον πλεοναστικό τίτλο (δεν υπάρχουν φωτεινές σκιές, υπάρχουν;) καταλαβαίνεις πως ένα τέτοιο έργο δεν μπορεί παρά να έχει ένα υπόστρωμα που μοναχά η κρίση της μέσης ηλικίας μπορεί να καταστρώσει. Έτσι η ευτυχής κωμωδία, το σχεδιαστικό ντελίριο, η (προκάτ;) αλλοκοτιά του κλασσικού Μπαρτονικού μπαροκισμού και ο στυλιζαρισμένος τρόμος δεν είναι παρά το ευειδές προπέτασμα καπνού μιας ματιάς που μοιάζει να έχει για πάντα πια αλωθεί από το αδύνατο του έρωτα, τον μέχρις εσχάτων σεξουαλικό ανταγωνισμό, την απονεύρωση του Αρσενικού μπρος στο ανώτερο Θηλυκό και, χοντρά-χοντρά, την διαπίστωση πως από την μήνιν παρατημένης γυναίκας ουδείς ποτέ αρσενικός εγλύτωσε.
Ηλίας Δημόπουλος


Frankenweenie (2012)


"Τί πηγαίνει στραβά και ενώ το ένα μου πείραμα πετυχαίνει, το δεύτερο αποτυγχάνει;", ρωτά ο νεαρός Βίκτορ τον δάσκαλο του, που όχι τυχαία μοιάζει στον Βίνσεντ Πράις. «Ίσως δεν αγαπούσες το δεύτερο, όπως το πρώτο», θα του απαντήσει στοργικά εκείνος. Η αναλογία φανερή και η διάθεση αυτοκριτική. Από τη μια τα προσωπικά projects του Μπέρτον, από την άλλη οι υπερπαραγωγές στις οποίες προσπάθησε να δώσει το στίγμα του. Το Frankenweenie είναι ένα ευχαριστώ στους φίλους, που του κράτησαν παρέα όταν ήταν παιδί, στα παρεξηγημένα -σαν εκείνον;- κινηματογραφικά τέρατα. Και είναι ένα πείραμα που αγαπά.
Γιάννης Βασιλείου 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου